Ζβίγγλιος

Ζβίγγλιος
(Huldreich Zwingli, Βιλντχάους, Τόγκενμπουργκ 1484 – Κάπελ 1531). Εξελληνισμένο όνομα του Ελβετού θρησκευτικού μεταρρυθμιστή Χούλντραϊχ Ζβίγκλι. Έχοντας εμποτιστεί με ουμανιστικές αντιλήψεις –ήταν οπαδός του Έρασμου– ο Ζ. διετέλεσε ιερέας στο Γκλάρους και αργότερα σε μια ενορία της Ζυρίχης, όπου άρχισε τη μεταρρυθμιστική δράση του και ίδρυσε την καθαυτό Μεταρρυθμιστική Εκκλησία, την οποία διεύρυνε και σταθεροποίησε αργότερα ο Καλβίνος. Το κήρυγμά του, που αποτελούσε σφοδρή πολεμική κατά του παπισμού και ήταν κατά ένα μεγάλο μέρος αυτόνομο σε σχέση με το κήρυγμα του Λούθηρου, είχε ως βάση την αντίληψη ότι η Αγία Γραφή αποτελεί τον μοναδικό κανόνα πίστης και απέβλεπε σε μια διδασκαλία πιο υψηλή και πιο απλή. Στη διάδοση των ιδεών του, την οποία βάσιζε περισσότερο στον λαό παρά στις αρχές του, τον υποστήριξαν οι αρχές της Ζυρίχης, και μετά από λίγο η Βέρνη και η Βασιλεία, καθώς και άλλες πόλεις, προσχώρησαν στη Μεταρρυθμιστική Εκκλησία. Δεν άργησε όμως να επέλθει σύγκρουση μεταξύ των καντονιών που είχαν ακολουθήσει τη μεταρρύθμιση και εκείνων που είχαν μείνει πιστά στην Καθολική Εκκλησία. Ο Ζ. απέτυχε στην προσπάθειά του να διευρύνει την αρχική ένωση μεταξύ των πόλεων σε ευρωπαϊκή συμμαχία κατά των Αψβούργων και σκοτώθηκε κατά τη μάχη του Κάπελ. Ο Ελβετός θρησκευτικός μεταρρυθμιστής Ζβίγγλιος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • μεταρρύθμιση — Αν και αρχικά ονομάζονταν μεταρρυθμιστές μόνο οι οπαδοί του Καλβίνου, από τον 18o αι., με τον όρο θρησκευτική ή προτεσταντική Μ. ή απλώς Μ. χαρακτηρίζεται το θρησκευτικό, πολιτικό και πνευματικό εκείνο κίνημα, που, κατά τον 16o αι., προκάλεσε τη… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • Θρησκευτικοί πόλεμοι — Σειρά μακροχρόνιων πολέμων που αναστάτωσαν την Ευρώπη κατά τον 16ο και 17ο αι., μετά τη θρησκευτική μεταρρύθμιση. Ως πρόδρομος των πολέμων αυτών, μεταξύ 1419 και 1436, μπορεί να θεωρηθεί ο πόλεμος εναντίον των Ουσιτών της Βοημίας, δηλαδή εναντίον …   Dictionary of Greek

  • προτεσταντισμός — Όρος που χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στις καθολικές χώρες, για να υποδηλώσει το σύνολο δογμάτων και όλες τις θρησκευτικές πίστεις, οι οποίες κατά άμεσο ή έμμεσο τρόπο προέρχονται από το κίνημα διαμαρτυρίας (protestatio = διαμαρτυρία) κατά της… …   Dictionary of Greek

  • Άαραου — (Aarau).Πόλη (15.400 κάτ. το 2002) της Ελβετίας, πρωτεύουσα του καντονιού του Άαργκαου (Αργοβίας). Bρίσκεται σε εύφορη πεδιάδα, στους πρόποδες της οροσειράς του Ιούρα και στη δεξιά όχθη του ποταμού Άαρ, 37 χλμ. Δ της Ζυρίχης. Χτίστηκε το 1240 από …   Dictionary of Greek

  • Ευχαριστία, Θεία — Ένα από τα επτά θεία μυστήρια, το οποίο τελείται σε ανάμνηση του Μυστικού Δείπνου. Ονομάζεται επίσης και μετάληψη των αχράντων μυστηρίων ή θεία κοινωνία. Το μυστήριο της Θ.Ε. συστήθηκε από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό κατά το τελευταίο δείπνο με… …   Dictionary of Greek

  • Μάρμπουργκ-αν-ντερ-Λαν — (Marburg an der Lahn). Πόλη (περ. 80.000 κάτ.) της Γερμανίας, στο κρατίδιο Έσεν. Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Λαν. Ιδρύθηκε κατά το τέλος του 12ου αι. και το 1227 είχε καθεστώς κοινότητας, χάρη στη χάρτα που της παραχώρησε ο Λουδοβίκος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”